Άρθρο της Μαρίνας Μελισσουργού και Α. Βρυωνίδου για τον ΣΔ τ1 στο περιοδικό Σακχαρώδης Διαβήτης της ΕΛ.Ο.ΔΙ τευχ 57



Η σημασία του αυτοελέγχου στη ρύθμιση του Σακχαρώδη Διαβήτη τύπου 1

Μαρίνα Μελισσουργού
Επισκέπτρια Υγείας

Ανδρομάχη Βρυωνίδου-Μπομποτά
Ενδοκρινολόγος, Συντ. Διευθύντρια
Τμήμα Ενδοκρινολογίας - Διαβητολογικό Κέντρο,
Νοσοκομείο Κοργιαλένειο – Μπενάκειο, Αθήνα


Ο Σακχαρώδης Διαβήτης (ΣΔ) αποτελεί την πιο κοινή ενδοκρινική διαταραχή του μεταβολισμού των
υδατανθράκων. Σε παγκόσμιο επίπεδο, είναι η κύρια αιτία νοσηρότητας και θνησιμότητας και ένα σημαντικό πρόβλημα υγείας για τις περισσότερες ανεπτυγμένες κοινωνίες.

Σύμφωνα με τα στοιχεία της Παγκόσμιας Ομοσπονδίας για το Διαβήτη (IDF) για το 2017, ο ΣΔ τύπου 1 παρουσιάζει συνεχώς αυξημένη επίπτωση με περίπου 132.000 νέα περιστατικά ανά έτος και 1.106.500 πάσχοντες παγκοσμίως.

Όλοι οι διεθνείς οργανισμοί όπως η Αμερικανική Διαβητολογική Εταιρεία (ADA), η IDF και η Ευρωπαϊκή Εταιρεία Μελέτης του Διαβήτη (EASD) ορίζουν στις κατευθυντήριες οδηγίες τους τα βήματα που πρέπει να ακολουθηθούν με σκοπό την άρτια διαχείριση του ΣΔ και την άριστη γλυκαι-
μική ρύθμιση.
Η διαχείριση του ΣΔ τύπου 1 είναι σύνθετη και απαιτεί σημαντικές αυτοδιαχειριστικές συμπεριφορές
από μικρή ηλικία που αφορούν στη χορήγηση ινσουλίνης, τον αυτοέλεγχο της γλυκόζης αίματος, τη διατροφή και την τακτική φυσική δραστηριότητα.

Παρά τις πρόσφατες εξελίξεις στη θεραπεία του διαβήτη, συμπεριλαμβανομένων των νέων αναλόγων μακράς και ταχείας δράσης ινσουλίνης, οι στρατηγικές εντατικοποίησης ινσουλίνης, όπως η βασική/boluς ή θεραπεία με αντλία και εξελιγμένες μέθοδοι τιτλοποίησης ινσουλίνης που προέρχο-
νται από τις αρχές της λειτουργικής θεραπείας με ινσουλίνη, πολλοί ασθενείς αποτυγχάνουν να φτάσουν ή να διατηρήσουν στοχευμένες τιμές γλυκοζυλιωμένης αιμοσφαιρίνης (HbA1c), θέτοντάς τους σε αυξημένο κίνδυνο εμφάνισηςαγγειακών επιπλοκών.

Σήμερα, ο αυτοέλεγχος της γλυκόζης αίματος έχει καθιερωθεί σαν ένα πολύτιμο εργαλείο για τη διαχείριση του διαβήτη. Ο αυτοέλεγχος της γλυκόζης αίματος είναι η μέτρηση της γλυκόζης αίματος από το ίδιο το άτομο με ΣΔ ή το περιβάλλον του που γίνεται σε ολικό τριχοειδικό αίμα, με ειδικούς
μετρητές ή συστήματα συνεχούς καταγραφής, το δε αποτέλεσμα ανάγεται αυτόματα από τον μετρητή και εμφανίζεται ως γλυκόζη πλάσματος.

Στόχος του αυτοελέγχου είναι να βοηθήσει τον ασθενή να επιτύχει και να διατηρήσει φυσιολογικές συγκεντρώσεις γλυκόζης στο αίμα προκειμένου να καθυστερήσει ή ακόμα και να εμποδίσει την εξέλιξη μικροαγγειακών (αμφιβληστροειδοπάθειας, νεφροπάθειας και νευροπάθειας) και μακροαγγειακών επιπλοκών (εγκεφαλικά επεισόδια και στεφανιαίανόσος).

Τα ευρήματα μελετών, της Diabetes Control and Complications Trial (DCCT) σε ασθενείς με ΣΔ τύπου 1 και της United Kingdom Prospective Diabetes Study Group (UKPDS) σε ασθενείς με ΣΔ τύπου 2, κατέδειξαν σαφώς ότι ο εντατικός έλεγχος των αυξημένων επιπέδων γλυκόζης αίματος μειώνει τη συχνότητα των επιπλοκών όπως η αμφιβληστροειδοπάθεια και νεφροπάθεια και
μπορεί να μειώσει την εμφάνιση και τη σοβαρότητα της μακροαγγειοπάθειας.

Ο αυτοέλεγχος της γλυκόζης αίματος θεωρείται παγκοσμίως ως αναπόσπαστο μέρος της διαχείρισης του ΣΔ και ιδιαίτερα του τύπου 1 και κρίσιμος για τη βελτιστοποίηση της ασφάλειας και της αποτελεσματικότητας των σύνθετων συνδυασμών ινσουλίνης.

 Επιπλέον, μπορεί να είναι χρήσιμος για την ανίχνευση της υπογλυκαιμίας και την παροχή πληροφοριών σε πραγματικό χρόνο για την προσαρμογή των φαρμάκων, των διαιτητικών
συνηθειών και της σωματικής δραστηριότητας για την επίτευξη των γλυκαιμικών στόχων. Η τακτική και συχνή μέτρηση της γλυκόζης στο αίμα μπορεί να παρέχει δεδομένα για βελτιστοποίηση ή/και αλλαγή στρατηγικών θεραπείας ασθενών.

Αυτό επεκτείνεται και στους ασθενείς με ΣΔ τύπου 2 που βρίσκονται σε εντατική θεραπεία με ινσουλίνη και υπάρχει ένα αυξανόμενο σύνολο αποδεικτικών στοιχείων που υποδηλώνουν
ότι η δομημένη αυτοεκτίμηση γλυκόζης αίματος είναι ευεργετική για όλους τους ασθενείς με ΣΔ τύπου 2, ανεξάρτητα από τη θεραπεία.

Σύμφωνα λοιπόν με τις συστάσεις της ADA, ο αυτοέλεγχος της γλυκόζης αίματος θα πρέπει να γίνεται σε ασθενείς που βρίσκονται σε εντατική θεραπεία με ινσουλίνη τουλάχιστον τρεις φορές την ημέρα. Μπορεί ακόμα να είναι χρήσιμος σε ασθενείς που χρησιμοποιούν λιγότερο συχνά ενέσεις ινσουλίνης, αντιδιαβητικά δισκία ή και μόνο με διατροφική θεραπεία.

Για τα άτομα με ΣΔ τύπου 1 συστήνεται να κάνουν μετρήσεις προγευματικά και πριν από τα σνακ, πριν τον ύπνο, περιστασιακά 2 ώρες μετά τα γεύματα, πριν από την άσκηση, όταν υποπτεύονται χαμηλή γλυκόζη αίματος, μετά την αντιμετώπιση χαμηλής γλυκόζης αίματος μέχρις ότου επιτευχθεί ευγλυκαιμία και πριν από κρίσιμες εργασίες όπως η οδήγηση.

Πρόσθετες μετρήσεις γλυκόζης αίματος απαιτούνται ανεξάρτητα από τον τύπο τουδιαβήτη όταν γίνεται αλλαγή του θεραπευτικού σχήματος, όταν οι δόσεις του ακολουθούμενου θεραπευτικού σχήματος αναπροσαρμόζονται, όταν υπάρχει οξεία απορρύθμιση οποιασδήποτε αιτιολογίας και όταν εμφανίζονται συχνά υπογλυκαιμικά επεισόδια ή σε ανεπίγνωστη υπογλυκαιμία.

Τα συστήματα συνεχούς παρακολούθησης της γλυκόζης (ΣΚΓ) αντιπροσωπεύουν μια σημαντική πρόοδο στην τεχνολογία του διαβήτη που μπορεί να διευκολύνει τον βέλτιστο έλεγχο της γλυκόζης στον ΣΔ τύπου 1. Η συνεχής καταγραφή της γλυκόζης αίματος γίνεται με ειδικό μετρητή ο οποίος συνδεδεμένος με αισθητήρα, τοποθετείται υποδόρια και μετρά συνεχώς τη γλυκόζη στο μεσοκυττάριο υγρό. Η χρήση των συστημάτων ΣΚΓ ενδείκνυται σε ασθενείς με ΣΔ τύπου 1
σε εντατικοποιημένο σχήμα ινσουλινοθεραπείας ή φέρουν αντλία ινσουλίνης και σε ασθενείς με συχνά επεισόδια υπογλυκαιμίας ή ανεπίγνωστη υπογλυκαιμία.

Η τεχνολογία χρησιμοποιείται από μακρού για την αυτοδιαχείριση και τη βελτίωση της συμμόρφωσης στη θεραπεία σε άτομα με ΣΔ. Συστήματα που βασίζονται στην τηλεφωνική
καθοδήγηση, στην υποστήριξη με υπηρεσίες μικρών μηνυμάτων ή στην τηλεϊατρική έχουν αποδειχθεί αποτελεσματικά στην αύξηση της συμμόρφωσης, στη διαχείριση και ως εκ
τούτου, στη βελτίωση του γλυκαιμικού ελέγχου.

Συμπερασματικά, ο αυτοέλεγχος της γλυκόζης αίματος αποτελεί τον ακρογωνιαίο λίθο στη διαχείριση του ΣΔ τύπου 1.

Με την εξέλιξη της τεχνολογίας του διαβήτη, όσοι ζουν με ΣΔ τύπου 1 έχουν ένα ευρύτερο οπλοστάσιο εργαλείων με τα οποία μπορούν να επιτύχουν καλύτερο γλυκαιμικό έλεγχο
και να βελτιώσουν την ποιότητα ζωής τους. Η χρήση αυτών των τεχνολογιών συμβάλλει στη μείωση του κινδύνου οξέων επιπλοκών όπως η σοβαρή υπογλυκαιμία και η διαβητική κετοξέωση, καθώς και μακροπρόθεσμα των μακροαγγειακών και μικροαγγειακών επιπλοκών.


Βιβλιογραφία
1. Joubert M, Reznik Y. Personal continuous glucose monitoring (CGM) in diabetes management: review of the literature and implementation for practical use. Diabetes Res Clin Pract 2012;
96:294-305.

2. Beck RW, et al. Group effect of continuous glucose monitoring on glycemic control in adults with type 1 diabetes using insulin injections. The DIAMOND randomized clinical trial. JAMA 2017;
317:371-378.

3. Knox E, et al. Impact of technology-based interventions for children and young people with type 1 diabetes on key diabetes self-management behaviours and prerequisites: a systematic
review. BMC Endocr Disord 2019; 19: 7.

4. Taylor PJ, Thompson CH, Brinkworth GD. Effectiveness and acceptability of continuous glucose monitoring for type 2 diabetes management: A narrative review. J Diabetes Investig
2018; 9:713-725.

5. Heinemann L, Stuhr A. Self-measurement of blood glucose and continuous glucose monitoring – is there only one future? Eur Endocrinol 2018;14:24–29.

6. American Diabetes Association (ADA). Standards of medical care in diabetes - 2019. Diabetes Care 2019; 42: S1. Σ

ΣΑΚΧΑΡΩΔΗΣ ΔΙΑΒΗΤΗΣ ΦΡΟΝΤΙΔΑ ΓΙΑ ΟΛΟΥΣ της ΕΛ.Ο.ΔΙ τευχ. 57












Σχόλια